Όταν αποφάσισα να σταματήσω να βγάζω το έντυπο του Εργαλείου (για τους λόγους διαβάστε το «τι ήταν το Εργαλείο» στο Εργαλείο Νο 5) ένοιωθα ένα μία έλλειψη. Μία έλλειψη όπως αυτές που αισθάνεται κανείς όταν αναχωρεί ένα αγαπημένο πρόσωπο ή όταν τελειώνει μία κατάσταση κίνησης.Από την μία νοιώθω την ανάγκη να συμμετέχω-δημιουργήσω κάτι που να λειτουργεί σε πιο πραγματικά πλαίσια, κάτι πιο πολιτικό το οποίο να μην έχει να κάνει ίσως τόσο άμεσα με την γραφή. Από την άλλη υπάάρχει μία διάθεση για μία πιο έμπρακτη έκφραση και για επίθεση σε πράγματα που με καταπιέζουν γύρω μου.
Το Εργαλείο Νο 5 τελειώνοντας βάζει τα εξής ερωτήματα:¨
Τι σημαίνει «γράφω κάποιες σκέψεις για τους άλλους»;
Είναι η προσπάθεια να βγει προς το έξω ο καλύτερός εαυτός;
Από ποία ανάγκη ξεκινάει αυτό;
Μήπως περισσότερο βλέπεις τα πράγματα από μία απόσταση και λιγότερο παρεμβαίνεις σε αυτά;
Μήπως αυτή είναι η ουσία της γραφής;
Οφείλει να είναι αυστηρά προσωπική ή καθαρά δημόσια; Συνδέονται αυτά;
Πώς η γραφή μετουσιώνεται σε πράξη;
Σε κάποια φάση μου δωρίστηκε ένα βιβλίο που ήταν σαν να μου προσέφερε κάποιες απαντήσεις. Ήταν το «Η ποιητική του έρωτα στο έργο του Ανδρέα Εμπειρίκου» της Διαμαντής Αναγνωστοπούλου.
Το βιβλίο αρχίζει ως εξής:
Γιατί γράφει ένας ποιητής; Από τι παρακινείται να γράφει; Τι σημαίνει γράφω; Είναι άραγε μία προσπάθεια ολοκλήρωσης του εαυτού μέσα από τη διαδικασία της γραφής, ή ναρκισσιστικές αντανακλάσεις που αντισταθμίζουν την οδύνη του πραγματικού; Γράφω θα μπορούσε να είναι αυτό που μας σπρώχνει να ζήσουμε, να ζήσουμε τη ζωή μέσα στο πλημμύρισμά της. Αυτό που μας σπρώχνει να δημιουργήσουμε μέσα μας, αυτό που κρατάει το θάνατο σε απόσταση.
Ενθουσιάστηκα! Κάθισα και το διάβασα προσεκτικά.
Όταν διάβαζα τις τελευταίες γραμμές δεν πίστευα στα μάτια μου.
Ο επίλογος πάει κάπως έτσι:
Yπάρχει ωστόσο πάντοτε μία μεγάλη απόσταση να διανυθεί ανάμεσα στην επιθυμία και την ολοκλήρωσή της στο πραγματικό, ανάμεσα στην διαδικασία της γραφής και την πραγματικότητα. Αυτός ο δρασκελισμός επιτυγχάνεται μέσα και δια μέσου της ποίησης, όπου οι φαντασιώσεις – τα φαντάσματα παίρνουν μορφή και οι επιθυμίες εκπληρώνονται. Η ποίηση δεν μπορεί να καταλήξει σε ένα ακριβή προσδιορισμό αυτού που θέλει να πει, υπάρχει πάντοτε κάτι που διαφεύγει, που μένει μετέωρο, μας εκπλήσει και μας κεραyνοβολεί. Αυτό το μικρό τίποτα που αιωρείται είναι η ποίηση... Τίποτα δεν είναι τελειωμένο, τίποτα δεν είναι οριστικά κατανοητό. Κάθε τέλος είναι μία νέα αρχή.
Επιτέλους!!! Να μία απάντηση! Ποίηση; Ποίηση! Και έτσι σκέφτηκα να πειραματιστώ λίγο…
(συνέχεια)