Πάνε περίπου 6μιση χρόνια από τότε που εκτύπωσα και μοίρασα
το μειδίαμα. Έκανα προχτές ένα κλικ και έριξα μία ματιά στις 2 φράσεις του
εξωφύλλου:
Τα σκεφτόμουν αυτά ένα βράδυ σκοτεινό όπως το σημερινό, που δεν βλέπεις τίποτα έξω και ας είναι η νύχτα με την πιο φωτεινή πανσέληνο που λένε. Μερικές φορές, ο συννεφιασμένος βραδινός καιρός της γηραιάς Αλβιόνας τα επισκιάζει όλα.
Όσο ζεις και πράττεις, όσο πράττεις, ζεις.
Ελευθερία σημαίνει αποδοχή της αναγκαιότητας.
Ελευθερία είναι το ακαριαίο χτύπημα στην αναγκαιότητα.
Ήταν ξεκάθαρο για εμένα τότε ότι οι παραπάνω θέσεις
βρίσκονται στους δύο αντίθετους πόλους
της πραγματικότητας και ότι ο καθένας κάπως πρέπει να επιλέξει.
Σκέφτομαι τώρα, ότι δεν χρειάζεται (ακριβώς) να διαλέξεις μία
από τα δύο αλλά οι δύο αυτές θέσεις συνυπάρχουν και δίνουν η μία θέση στην
άλλη, σαν ένα ‘καυγά’ που διεξάγεται και ‘κερδισμένος’ ή ‘λιγότερο χαμένος’ θα
βγεις εφόσον με ηρεμία κάνεις τις κινήσεις που πρέπει για να ξεμπλέξεις.
Τα σκεφτόμουν αυτά ένα βράδυ σκοτεινό όπως το σημερινό, που δεν βλέπεις τίποτα έξω και ας είναι η νύχτα με την πιο φωτεινή πανσέληνο που λένε. Μερικές φορές, ο συννεφιασμένος βραδινός καιρός της γηραιάς Αλβιόνας τα επισκιάζει όλα.
Ένα τέτοιο βράδυ, βγαίνοντας έξω στην αυλή του σπιτιού σου
μπορείς να αφουγκραστείς το σκοτάδι, είσαι μόνος, ψυχή τριγύρω και είναι όμορφα
όταν ησυχάσεις. Μετά από λίγο, όμως, μπορεί να θελήσεις να ακούσεις λίγη μουσική. Όμως
τριγύρω δεν πρόκειται να βρεις κανένα τρελό πάρτυ, ούτε υπάρχει κανένα ηχείο
που να παράγει τις δονήσεις που θα επιθυμούσες. Αποδέχεσαι την νύχτα. (ανοίγεις
καμιά μπύρα και τέτοια…)
Ίσως τότε αντιλαμβάνεσαι σε κάποια φάση ότι το μόνο που
υπάρχει για να δημιουργήσεις την μουσική που επιθυμείς είναι οι φωνητικές σου
χορδές. Και ίσως τότε να σιγομουρμουρίσεις ένα σκοπό που σου έρχεται. Αυτή όμως
η πράξη, όσο ‘αδύναμη’, όσο ‘μηδαμινή’ και ασήμαντη μπορείς να την θεωρήσεις - μέσα
από την αποδοχή της προηγούμενης κατάστασης, σπάει την αναγκαιότητα της σιωπηλής νύχτας. Και αυτό γίνεται,
δημιουργώντας την δική σου ‘πρωτόγονη’ μουσική, πρόσκαιρη, εφήμερη αλλά υπαρκτή, που
φέρνει την αλλαγή μέσα στην
σιωπή. Αυτό το σιγομουρμούρισμα θα μπορούσε να εξελιχθεί ή όχι - λίγη
σημασία έχει, σκέψου όμως τους τσιγγάνους να μετακινούνται μέσα στην ερημιά
χρόνια ολόκληρα και την τρομερές μουσικές που φτιάξανε από το πουθενά-. Αυτοί
είναι οι καρποί του ‘ανοιχτού δρόμου’ που λέει και ο Whitman.
Μιλάμε για μία λεπτή γραμμή που διασχίζουμε. Αυτό είναι όλο.
Μία λεπτή γραμμή ανάμεσα στην σιωπή και το μουρμουρητό, ανάμεσα στο μουρμουρητό
και την μελωδία, στην μελωδία και το τραγούδι. Την διασχίζεις; Ή όχι; Τώρα;
Αργότερα; Συχνά; Που και που; Συνέχεια;
Το συμπέρασμα είναι ένα: αποδοχή της αναγκαιότητας και
σπάσιμο της αναγκαιότητας συνδέονται, ανοίγουν τον δρόμο. Δεν λέω κάτι καινούργιο.
Μην καθυστερείς τα ταξίδια σου.
Το νοιώθεις ότι εφόσον είναι τόσο σωστό, δεν υπάρχει κάτι
που θα σε σταματήσειΌσο ζεις και πράττεις, όσο πράττεις, ζεις.